11.5.09

Ο μικρός Αριστοτέλης

Με βαφτίσανε Αριστοτέλη αλλά όλοι με φωνάζουν Τέλη. Γεννήθηκα σε ένα όμορφο νησί που το λένε Κω. Όταν μεγαλώσω θα γίνω ηθοποιός γιατί έχω μεγάλο ταλέντο. Πέρυσι το καλοκαίρι έκανα το ντεπούντο μου και ερμήνευσα στο σχολείο το πρώτο μου ποίημα που ήταν η Λένω Μπότσαρη. Η ερμηνεία μου ήταν συγκλονιστική. Ξεκίνησα κάπως έτσι:
«Όλες οι καπετάνισσες από το Κακοσούλι,/όλες την Άρτα πέρασαν, στα Γιάννενα τις πάνε/σκλαβώθηκαν οι ορφανές, σκλαβώθηκαν οι μαύρες.»
Και πιο κάτω είπα με δραματικό τόνο σηκώνοντας από ένστικτο το δάχτυλο μου δείχνοντας το κοινό: «Τι λέτε, μωρ' παλιότουρκοι και σεις παλιοζαγάρια;/εγώ είμαι η Λένω Μπότσαρη, η αδερφή του Γιάννη/και ζωντανή δεν πιάνουμαι εις των Τουρκών τα χέρια».
Το τι έγινε δεν μπορώ να σας το περιγράψω. Οι συμμαθητές μου ξέσπασαν σε υστερικά γέλια και άρχισαν να μου πετάν ότι ζαρζαβατικό είχαν εύκαιρο. Έφαγα ένα κουνουπίδι στο κεφάλι και μου ήρθε ο ουρανός σφοντύλι είναι η αλήθεια, αλλά η κυρία Φωτούλα μου είπε να μην δίνω σημασία σε αυτές τις εκφράσεις του κοινού που είναι απαίδευτο. Εγώ φυσικά έβαλα τα κλάματα και η κυρία Φωτούλα, μου είπε ότι ήμουν θαυμάσιος και αν φερθώ έξυπνα μέχρι και στη Βουλή μπορεί να φτάσω να παίζω, καθότι είμαι λέει υποκριτής αξιώσεων. Ορκίζομαι να το καταφέρω αυτό και να υποχρεώσω κάποια στιγμή το κοινό μου να σκάσει από το κακό του κοιτώντας το σηκωμένο μου δάχτυλο που θα το κουνάω προκλητικά στη μούρη του. Να μη με λένε Τέλη αν δεν το καταφέρω αυτό.
Έχω έναν αδελφό μεγαλύτερο από μένα τον Αναστάση που τον αγαπάω πολύ γιατί είναι πολύ προκομμένος. Συνέχεια μου λέει ότι όταν μεγαλώσει και άλλο θα φύγει και θα πάει στο Κονγκό για να γίνει πλούσιος. Είμαι σίγουρος ότι θα τα καταφέρει γιατί είναι εμπορικό μυαλό. Ο μπαμπάς όποτε τον παίρνει αγκαλιά μετά ψάχνει τις τσέπες του να δει μήπως του σούφρωσε τίποτα. Τώρα τελευταία μάλιστα ο μπαμπάς μετράει και τα δάχτυλα του να δει μήπως του λείπει κανένα οπότε μιλάει με τον αδερφό μου. Τι παράξενοι που είναι οι μεγάλοι!
Το καλοκαίρι που μας πέρασε o Αναστάσης έβγαλε καλό χαρτζιλίκι φτιάχνοντας πυργάκια στην άμμο με τα κουβαδάκια μου, τα οποία νοίκιαζε σε άχρηστους συμμαθητές μου που δεν μπορούσαν να φτιάξουν μόνοι τους. Καλύτερος πελάτης του ήταν αυτός ο λαπάς ο Κωστάκης που έχουν φάει όλοι τα λυσσακά τους και λένε με βεβαιότητα ότι κάποια μέρα θα κυβερνήσει αυτό τον τόπο. Μεταξύ μας εγώ μπορεί να μην ξέρω πολλά γιατί είμαι ακόμα μικρός, αλλά αν αυτό ποτέ συμβεί η χώρα θα βυθιστεί στο χάος. Τέτοιο ζώον δεν έχω ματαξαναδεί στη ζωή μου. Η βαρεμάρα του δεν έχει όρια να φανταστείτε τρώει παγωτό και πασαλείβετε, κολλάνε πάνω του οι μύγες, τον τσιμπάνε και δεν σηκώνει το κουλό του να τις διώξει. Οι μύγες φεύγουν από πάνω του γιατί τον βαριόνται και αυτές. Σε αυτό συμφωνεί μαζί μου η κόρη του γρουσούζη, η μπατάλω η Θεοδώρα που δεν τον χωνεύει με τίποτα. Αυτήν πάλι όσες μύγες την τσιμπάνε πέφτουν κάτω ψόφιες.
Έχω δύο αγαπημένους φίλους τον Τσαμπίκο και τον Φωτη. Ο Τσαμπίκος πιστεύει πολύ στο ταλέντο μου και κανονίζει να μαζεύει κόσμο στα πανηγύρια που έρχεται να με απολαύσει να λέω ποιήματα και τραγούδια. Ο Φώτης, που ο μπαμπάς του είναι εφοπλιστής, με βοηθάει στην προώθηση της καριέρας μου. Τους αγαπάω και του δύο πολύ και όταν μεγαλώσω και αποκτήσω δύναμη θα τους βοηθήσω και εγώ. Είμαι σχεδόν βέβαιος ότι κάποια μέρα για εμάς τους τρεις θα γράψουν όλες οι εφημερίδες της χώρας και θα αναστατώσουμε πολύ κόσμο. Έτσι γιατί μας αρέσει.

ΣτΣ: Ο μικρός Αριστοτέλης κατάφερε να γίνει κάποιος. Τα έφερε έτσι η ζωή που μαζί με την παρέα του αναστάτωσε μια ολόκληρη χώρα κουνώντας το περίφημο δάχτυλο του μπροστά από τα πρόσωπα εκείνων που ξεφτίλισε.

Τα Μπουμπουκάκια ξεκίνησα να τα γράφω στο apropos τον Σεπτέμβρη του 2007 σε μια λαμπρή ιδέα που είχα παρατηρώντας τα πιτσιρίκια φίλων μου που έπαιζαν στην γειτονιά. Τα πιτσιρίκια τα κάνω χάζι και θεωρώ ότι είναι στην ουσία σοφά. Μπορούν να μας διδάξουν πολλά. Ίσως περισσότερα από ότι εμείς αυτά.
Από σήμερα και κάθε βδομάδα ένα μπουμπουκάκι της επικαιρότητας θα αφήνει το στίγμα του σε αυτή τη στήλη. Όπως, πριν τον Αριστοτέλη έκαναν, η Σοφία, η Άννα και ο Κώστας.