16.5.08

Ο μικρός Κώστας

Με λένε Κώστα και είμαι από τη λεβεντογέννα Κρήτη. Όταν μεγαλώσω θα γίνω πολλά πράματα. Στόχος μου είναι να καταφέρω να με θυμούνται όλοι οι Έλληνες. Τώρα εάν θα με θυμούνται για καλό δε με πολυνοιάζει. Φτάνει να με θυμούνται.
Δεν έχω πολλούς φίλους γιατί με φωνάζουν γρουσούζη. Γιαυτό φταίει η κυρία Φωτούλα. Με έβαλε τιμωρία μια μέρα επειδή πέταξα μια πέτρα στο κεφάλι ενός συμμαθητή μου του Γιώργου και του το άνοιξα στα δύο. Από τότε έμεινε ηλίθιος από τη πετριά. Πλάκα είχε.
Εγώ βέβαια τον αδερφό του τον Ανδρέα ήθελα να χτυπήσω γιατί μου τη δίνει που με βρίζει συνέχεια και με φωνάζει "Εφιάλτη". Όλες οι συμμαθήτριές μου τον γουστάρουν εκτός από μία τη Μαρικά που γουστάρει έμενα άλλα τι να τη κάνεις που δε βλέπεται. Σαν σαύρα είναι.
Η κυρία Φωτούλα έμαθε τι έκανα και με έβαλε τιμωρία να γράψω εκατό φορές στο πίνακα "Δεν θα ξαναβλαψω ποτέ άνθρωπο στη ζωή μου". Εγώ τότε από μέσα μου ορκίστηκα ότι μόνο αυτό θα κάνω απο δώ και πέρα. Επίσης τη καταράστηκα και την ίδια μέρα που χτυπούσε τη κουδούνα στο σχόλασμα της έφυγε από τα χέρια και της έσπασε τα μούτρα. Εγώ γέλασα και εκείνη μου φώναξε: "Χάσου από μπροστά μου δαίμονα! Γρουσούζη." Έβαλα τα κλάματα και της είπα "Το κοκίτη να βγάλεις κωλόγρια" και έφυγα τρέχοντας στο αυτοκίνητο του μπαμπά. Τη επομένη δεν ήρθε στο σχολείο γιατί αρρώστησε από ότι μάθαμε από κοκίτη. Δέκα μέρες έκανε να μου μιλήσει άνθρωπος μετά από αυτό το περιστατικό.
Ό μόνος που με κάνει παρέα είναι ο Γιωργάκης ο Νόβας που τον λένε και Αθανασιάδη. Ήταν βλαμένος και είχε μείνει στην ίδια τάξη αλλά ήταν καλό παιδί και πάντα έκανε ότι του ζητούσα. Έγραφε και ποιήματα όπως αυτό εδώ: "Κι ήταν τα στήθη σου άσπρα σαν τα γάλατα/μου τά 'δειχνες και μου 'λεγες/γαργάλατα, γαργάλατα". Η γιαγιά μου η Κατίνγκω μου έλεγε να μην έχω πολλά πάρε δώσε μαζί του γιατί τη κουνάει την αχλαδιά και να μην του γαργαλίσω ποτέ τα στήθια όσο και να επιμένει. Δεν κατάλαβα τι εννοούσε και τον ρώτησα τον ίδιο και από τότε δεν μου ξαναμίλησε. Δεν πειράζει σε καμία δεκαριά χρόνια θα το έχει ξεχάσει.
Για να μη με λένε και μπακούρι εκτός από γρουσούζη οι συμμαθητές μου, τον Σεπτέμβρη που θα γυρίσω από τα Χανιά θα ζητήσω από τη Μαρίκα να τα φτιάξουμε για να τους κλείσω τα στόματα και θα βάλω ξανά υποψηφιότητα για πρόεδρος της τάξης. Είμαι σίγουρος ότι αυτή τη φορά θα με ψηφίσουν από φόβο μη τους καταραστώ. Σε αυτό θα με βοηθήσει και ένας άλλος φίλος μου καλός ο Πάνος ο Κόκκας που έχει την μαθητική μας εφημερίδα και θα μου πάρει συνέντευξη και θα βάζει φωτογραφίες μου.
Πέρσι μαζί με το Κόκκα κατάφερα και έκανα πρόεδρο τον Νόβα αφού πέτυχα να ακυρωθεί η ψηφοφορία που έβγαζε τον Παπανδρέου πρώτο βαζοντας τον πατέρα μου να πει ψέματα στην κυρία Φωτούλα ότι τον είδε που πήγαινε μπουρδελότσαρκες και ότι κάπνιζε στη πίσω αυλή του σχολείου. Η μαμά έμαθε τα κατορθώματα μου και χάρηκε πάρα πολύ. Μόνο ο θείος ο Λευτέρης στράβωσε και με μάλωσε αλλά χέστηκα.
Ο μπαμπάς μου είπε όταν μεγαλώσω να ασχοληθώ με τη πολίτικη που έχει λεφτά και παιδιά σα και μένα πάνε μπροστά. Αυτό θέλω θα κάνω. Κάποια μέρα να κυβερνήσω αυτό το τόπο και όλοι οι Έλληνες να φωνάζουν το όνομα μου στους δρόμους.

ΣτΣ: Ο μικρός Κωστάκης πέτυχε τους στόχους του. Όλοι οι Έλληνες κάποτε φωνάξαν το ονομά του στους δρόμους αλλά μαζί με μία άλλη μια λέξη: Κάθαρμα! (Ιούλιος 1965)