25.8.08

Βροντάδο

Πήγαινα για παγωτά. Όμορφη νύχτα η σημερινή. Μια μουσική στα αυτιά μου. Φωνές. Κάποιο γλέντι σκέφτηκα.

Χαράματα η ώρα τρεις, θα ΄ρθω να σε ξυπνήσω.
Άκουσα το μπουζούκι. Η μελωδία ήταν γνωστή. Το τραγούδι ενός μεγάλου Συριανού. Του Μάρκου. Ακολούθησα τη μουσική. Έψαχνα στα στενά. Δεν ήταν μακριά. Κοντά σε μία εκκλησία. Στούς Τρείς Ιεράρχες. Σε ένα μικρό γήπεδο μπάσκετ. Μια ορχήστρα τεσσάρων. Αρκετοί άνθρωποι παρακολουθούσαν. Πρόσωπα ήρεμα. Τα περισσότερα τουλάχιστον. Ένας άντρας τραγουδούσε.

κρυφά από τη μάνα σου να σε χαρώ, να βγείς να σου μιλήσω.

Το φεγγάρι έχασκε περήφανο. Γλυκό. Ήρεμο και εκείνο. Άπλωνε το φώς του κιμπάρικα στη θάλασσα. Σα να τη ποθούσε. Εκείνη ανταποκρινόταν χαιδευοντας το.

Δε θα μας δει άλλος κανείς, μόνο το φεγγαράκι.

Το μάτι σου έφτανε μέχρι τα φώτα της Πάρου. Ο δρόμος μέχρι εκεί, απο ασήμι. Είχε κρασί πάνω σε πάγκους. Να πάρεις το ποτήρι σου και να το γεμίσεις να πιεις όσο λαχταρούσε η ψυχή σου. Ήπια.

έβγα στο παραθύρι σου να σε χαρώ και δως μου ένα φιλάκι.

Μια κοπέλα επέστρεψε στη παρέα της μετά το χορό και οι φίλοι της την καταχειροκρότησαν. Εκείνη τους υποκλίθηκε θεατρικά. Χαμόγελα.

Την μυστική αγάπη μας, κρυφά να την κρατήσεις.

Ένα ζευγάρι κάθεται δίπλα μου. Η κοπέλα έχει γύρει στον ώμο του. Το αγόρι στρίβει ένα τσιγάρο και της το δίνει. Τον ευχαριστεί. Με ένα φιλί.

χίλια που να σου τάξουνε να σε χαρώ, να μην την μαρτυρήσεις.

Ο βοριάς μάλλον έχει προηγούμενα με το νησί. Δεν με νοιάζει. Τον απολαμβάνω και αυτόν σαν το κρασί μου ρίχνοντας κλεφτές ματιές πίσω από τη πλάτη μου. Στο φεγγάρι.

Σαν να φοβάμαι μη φύγει από τη θέση του και θαμπώσει λίγο η ομορφιά τούτης της νύχτας.

ΣτΣ: Τη φωτογραφία τη βρήκα εδώ και το τραγούδι μπορείτε να το απολαύσετε εδώ.