24.4.09

The land of the stalking death

Στις 24 Απριλίου 1915 οι Οθωμανικές αρχές συνέλαβαν 250 Αρμένιους διανοούμενους και αρχηγούς κοινοτήτων στην Κωνσταντινούπολη και τους εξαφάνισε. Μέχρι το 1917 την ίδια τύχη είχαν 1.500.000 Αρμένιοι που εξαφανίστηκαν κυριολεκτικώς σαν να μην είχαν υπάρξει ποτέ ζωντανοί άνθρωποι. Η διαλυμένη Οθωμανική Αυτοκρατορία έκανε απέλπιδες προσπάθειες να τους διαγράψει από την ιστορία. Μέχρι σήμερα η Τουρκία αρνείται τον όρο γενοκτονία για τα γεγονότα και στην " σύγχρονη δημοκρατία" της δολοφονούνται σα ζώα ακόμα Αρμένιοι πολίτες. Συνολικά 21 χώρες έχουν αναγνωρίσει επισήμως την γενοκτονία των Αρμενίων μεταξύ και των οποίων και η Ελλάδα.

Τα αποσπάσματα που ακολουθούν είναι από το πέμπτο τεύχος του περιοδικού National Geographic. Το άρθρο επιμελήθηκε ο δημοσιογράφος Melville Chater ο οποίος βρέθηκε στα εδάφη της Αρμενίας με την Αμερικάνικη Βοήθεια- κυρίως ιδιωτών- και κατέγραψε ενα οδοιπορικό που κόβει την ανάσα.

[Πριν ακόμα αρχίσουμε να ξεφορτώνουμε το αλεύρι, μαζεύτηκαν γύρω από το τρένο πολλά παιδιά. Παρατηρούσαν το έδαφος σα μαγεμένα, με αφοσίωση, δίνοντας την εντύπωση ότι είχαν χάσει κάτι πολύτιμο και μικρό. Λέω παιδιά, δυστυχώς, αλλά εννοώ ρυτιδιασμένους, γηραλέους νάνους, με σκαμμένα μέτωπα και βαθιές χαρακιές στα μάγουλα, που βάθαιναν ακόμα πιο πολύ όταν επιχειρούσαν να χαμογελάσουν. Περιστασιακά τα έβλεπα να σκύβουν, να ξεκολλούν κάτι από το έδαφος και να το μασουλούν προσεκτικά. Κάποια στιγμή μπήκε μέσα ο γιατρός εμφανώς σε κακή διάθεση. «Τι τρώνε αυτά τα παιδιά;» τον ρώτησα. «Σταγόνες από κερί» απάντησε με αγριεμένο βλέμμα. « Πού είναι εκείνο το καρβέλι που περίσσεψε;»
Το Αλεξανδροπόλ είναι μια πόλη ρημαγμένη (το « καλλιτέχνημα» που δημιούργησαν οι Τούρκοι κατά την αποχώρηση τους), με δρόμους σε απελπιστική κατάσταση και σπίτια χαμηλά και επίπεδα. Παντού βλέπεις μεγάλες σειρές από ανθρώπους, ντυμένους με σακιά, να κάθονται, να είναι ξαπλωμένοι ή μισοκοιμισμένοι, ή να πεθαίνουν, μέσα στο φώς του ανοιξιάτικου ήλιου.]

[Ένα βράδυ, τις προάλλες, συνάντησα μια μικρή Αρμένισσα μαζί με τους γονείς της, που περπατούσαν παραπαίοντας στην άκρη του ποταμού. Αργότερα ξαναείδα τους γονείς αλλά αντί για την κόρη τους κρατούσαν ένα σακί ταταρικό αλεύρι. Τέτοιου είδους ανταλλαγές δεν είναι ασυνήθιστες και γίνονται κοινή συναινέσει. Το παιδί είναι ευτυχισμένο που μπορεί να τρώει πλάι στο νέο του αφέντη και οι γονείς είναι ευτυχισμένοι που γλιτώνουν τη λιμοκτονία.]

[Σε όποια συνοικία και αν βρεθείς, μόλις σηκώσεις τα μάτια σου, θα δεις το Αραράτ, πάντα χιονισμένο, αρχοντικό και γαλήνιο, να αγκαλιάζει από μακριά τους φτωχούς δρόμους της πόλης. Είναι ο Όλυμπος των Αρμενίων ή, καλύτερα, το Σινά μιας φυλής που γνώρισε μονάχα την υποδούλωση και την περιπλάνηση. Σε αυτό ήταν στραμμένο για αιώνες η δημιουργική σκέψη ενός ολόκληρου λαού.]

[Ήταν γραφτό μας να δούμε την απονέκρωση της ψυχής και την αποκτήνωση του ανθρώπου σε όλο τους το μεγαλείο.]

[Ένα επτάχρονο κορίτσι λύγισε τα γόνατα, έσπασε κάτι με δύο πέτρες και έπειτα έγλειψε τα δάχτυλα του. Ο γιατρός έσκυψε πάνω του, εξέτασε το αντικείμενο και ρώτησε αυστηρά: « Που το βρήκες αυτό το κόκαλο;» Το κοριτσάκι τον κοίταξε. «Πέρα στο νεκροταφείο». Δεν θυμάμαι πώς κρατήσαμε τη ψυχραιμία μας. Συνεχίσαμε να περπατάμε και ο γιατρός ρώτησε τον οδηγό: «Έχει διαδοθεί πολύ ο τύφος;» «¨όχι και πολύ τώρα πια γιατί ο λιμός τους σκοτώνει πιο γρήγορα από τον τύφο». « Καταλαβαίνω» είπε ο γιατρός κοφτά «Αυτό επίσης που καταλαβαίνω είναι ότι το αμερικάνικο αλεύρι δεν έρχεται ακόμη σε επαρκείς ποσότητες ώστε να σιτιστούν αυτοί οι 500000 άνθρωποι. Πέστε μου, όμως, τι άλλο τρώνε;» «Σκύλους και γάτες. Πουλιούνται από 30 μέχρι 50 ρούβλια το κομμάτι. Τις προάλλες, ένα άλογο ψόφησε μες στο δρόμο από την ασιτία και σε μισή ώρα δεν υπήρχε ούτε ίχνος του. Και έπειτα είδα με τα μάτια μου αυτό που εκτυλίχθηκε ανάμεσα σε νεκρό αδερφό και ζωντανή αδερφή: Εκείνη καθόταν δίπλα του και μου εκμυστηρεύτηκε τι επρόκειτο να κάνει. Την απέτρεψα, αλλά δεν είχα ψωμί να της δώσω. Αργότερα όταν ήρθαν αν μαζέψουν τη σορό του αδερφού της, έλειπε το δεξί του χέρι.»]

[Πίσω μας, χλωμό σα φάντασμα απέναντι στο γαλάζιο του ουρανού, χανόταν και το τελευταίο ορατό τμήμα του Αραράτ. Ρίξαμε μαζί μια τελευταία ματιά και μοιραστήκαμε την ελπίδα για την ανάκαμψη ενός λαού χτυπημένου από τη μοίρα και αποκαρδιωμένου. Για τους Αρμένιους. Που πίστευαν ότι ο θεός τους ξέχασε, τους ίδιους, αλλά και το Σινά τους.]

The land of the stalking death by Melville Chater
Νοέμβριος 1919 National Geographic Magazine #5